- ὀψαρτυτικόν
- ὀψαρτυτικόςofmasc acc sgὀψαρτυτικόςofneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επαινετός — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ναύαρχος του Πτολεμαίου του Λάγου (4ος αι. π.Χ.). Μαζί με τον στρατηγό Άγι, κατέστειλε την επανάσταση που ξέσπασε το 312 π.Χ. στην Κυρήνη. 2. Συγγραφέας έργων μαγειρικής (1ος αι. π.Χ.). Αναφέρεται από τον Αθήναιο.… … Dictionary of Greek
οψαρτυτικός — ὀψαρτυτικός, ή, όν (Α) [οψαρτυτής] 1. αυτός που ανήκει, αναφέρεται ή αρμόζει στον μάγειρο ή στη μαγειρική τέχνη 2. το θηλ. ως ουσ. ἡ ὀψαρτυτική η μαγειρική τέχνη 3. το ουδ. ως ουσ. τὸ ὀψαρτυτικόν βιβλίο μαγειρικής … Dictionary of Greek